Η Εθνική επέστρεψε! Η “επίσημη αγαπημένη” έκανε το χρέος της και με κάτι παραπάνω από πολύ καλές εμφανίσεις, πήρε την πρόκριση για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού, πηγαίνοντας στην Ολυμπιάδα μετά από 16 χρόνια, αφού τελευταία φορά βρέθηκε στην μεγάλη γιορτή του αθλητισμού το 2008, στους Ολυμπιακούς του Πεκίνο. Μία πρόκριση που έχει φαρδιά – πλατιά την υπογραφή του Βασίλη Σπανούλη, του ανθρώπου που ως παίκτης είχε γράψει με χρυσά γράμματα το όνομά του στην ιστορία της Εθνικής και φιλοδοξεί να κάνει το ίδιο και ως προπονητής της.
Με τους παλμούς να έχουν… πέσει και με μία όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική και ψύχραιμη ματιά, θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε τι είναι αυτό που άλλαξε στην Εθνική ο κόουτς Σπανούλης, τι είναι αυτό που έκανε τον κόσμο να επιστρέψει και πάλι στο γήπεδο και ποιες είναι οι φιλοδοξίες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες που έρχονται και αναμένονται με τεράστιο ενδιαφέρον για τον ελληνικό αθλητισμό γενικότερα.
Η αρχή της νέας προσπάθειας και η πορεία στο Προολυμπιακό
Για να προσεγγίσουμε το θέμα όσο γίνεται καλύτερα, οφείλουμε να ξεκινήσουμε από την πρώτη προπόνηση της ομάδας στις 17 Ιουνίου. Εκεί, που υπό τις οδηγίες του Βασίλη Σπανούλη, οι διεθνείς συγκεντρώθηκαν στο Σ.Ε.Φ., σ’ ένα γήπεδο όπου η Εθνική, είχε κατακτήσει το αλησμόνητο Ευρωμπάσκετ του 1987, που για πολλούς ήταν το σημείο που ξεκίνησαν – σχεδόν – όλα. Ο Kill Bill είχε ως στόχο να επαναφέρει το κλίμα της οικογένειας, της ενότητας και της μαχητικότητας στην Εθνική. Έμοιαζε να είναι ο κατάλληλος άνθρωπος στο κατάλληλο μέρος, την κατάλληλη στιγμή. Ένας προπονητής, για τον οποίο και οι ίδιοι παίκτες θέλουν να αγωνιστούν και έχει τον τρόπο να τους εμπνεύσει για να βγάλουν τον καλύτερό τους εαυτό.
Παράλληλα, εκτός του Λαρισαίου τεχνικού, η παρουσία και άλλων μεγάλων μορφών του παρελθόντος, όπως ο Νίκος Ζήσης που είναι GM της ομάδας, καθώς και οι Γκάλης, Γιαννάκης, Παπαλουκάς, Διαμαντίδης, Ντικούδης, Ρεντζιάς, Τσαρτσαρής, Σχορτσανίτης, Παπαδόπουλος, που είναι μόνο μερικοί από τους θρύλους της Ελλάδας που βρέθηκαν στο φαληρικό στάδιο κατά την διάρκεια του προολυμπιακού τουρνουά, έδωσαν ένα ακόμα επιπλέον κίνητρο στους αθλητές.
Φεύγοντας από το κομμάτι αυτό και πηγαίνοντας περισσότερο σε αυτό του μπάσκετ, αυτό που είδαμε από την Εθνική, ομολογουμένως είναι κάτι που δεν είχαμε ξαναδεί πρόσφατα και που ενδεχομένως να μην περιμέναμε. Μία ομάδα που ήταν ιδιαίτερα σκληρή στην άμυνα, όπως συνηθίζει άλλωστε, αλλά ταυτόχρονα ήταν και εξαιρετική στο επιθετικό κομμάτι του παιχνιδιού, με πολύ καλό ποσοστό στα μακρινά σουτ, που τα τελευταία χρόνια αποτέλεσε… βραχνά και μάλιστα μπορούμε να πούμε ότι ουσιαστικά δεν επέτρεψε στην “επίσημη αγαπημένη” να κάνει το βήμα παραπάνω στις μεγάλες διοργανώσεις που συμμετείχε.
Στα του τουρνουά, η φάση των ομίλων ήταν μάλλον εύκολη, καθώς η Δομινικανή Δημοκρατία και κυρίως η Αίγυπτος είναι ιδιαίτερα χαμηλότερης δυναμικότητας από την Εθνική μας. Τα παιχνίδια με τις ομάδες αυτές αποτέλεσαν πρώτης τάξεως ευκαιρία για να βγάλει ο κόουτς κάποια συμπεράσματα, που ήταν ιδιαίτερα χρήσιμα και κρίσιμα για τη συνέχεια.
Αρχικά, με τους Δομινικανούς, είδαμε τον Γιάννη να παίζει το πρώτο επίσημο ματς του μετά τον τραυματισμό του και να πετάει φωτιές. Ο Greek Freak σκόραρε 32 πόντους σε κάτι περισσότερο από 18 λεπτά, με 11/11 σουτ εντός πεδιάς, δείχνοντας ότι είναι σε τρομερή κατάσταση, παρά την μεγάλη χρονικά απουσία του. Οι Καλάθης και Ουόκαπ συμπλήρωσαν την εμφάνιση του Αντετοκούνμπο και έτσι η Εθνική επικράτησε με 82-109.
Στο δεύτερο παιχνίδι με την Αίγυπτο, προτιμήθηκε να ξεκουραστεί ο Γιάννης και με τους Μήτογλου, Παπαγιάννη, Παπανικολάου και Χαραλαμπόπουλο να καλύπτουν το κενό του, η Εθνική επικράτησε εύκολα.
Στις αναμετρήσεις αυτές, είδαμε ήδη πολύ μεγάλες διαφορές στον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας. Πρώτη και κυριότερη ήταν η αλλαγή στον τρόπο χρησιμοποίησης του Γιάννη. Στο παρελθόν, είδαμε τους προπονητές του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος, να επιλέγουν να δώσουν την μπάλα στον Έλληνα σούπερ σταρ στην κορυφή, λίγο έξω από το τρίποντο, με εκείνον να διεισδύει, αλλά εξαιτίας του ότι οι αντίπαλες άμυνες προσαρμόζονταν πάνω του, πολλές φορές έπεφτε πάνω σε… τοίχο. Ο Σπανούλης ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε περισσότερο τον Γιάννη ως screener, ως τον παίκτη δηλαδή που θα δώσει την επιλογή στον γκαρντ του και μετά θα μπορέσει να τελειώσει τις φάσεις κοντά στο καλάθι, βελτιώνοντας έτσι και το επιθετικό spacing της ομάδας. Είδαμε πολλές φορές και τον Καλάθη και τον Ουόκαπ και τον Λαρεντζάκη να παίζουν pick ‘n’ roll με τον Γιάννη και τον Greek Freak να σκοράρει από το ζωγραφιστό. Έτσι και δεν κατανάλωνε περισσότερη από την απαιτούμενη ενέργεια, καθώς επίσης έγινε ακόμα πιο αποτελεσματικός στο σύνολο της ομάδας. Ο Βασίλης Σπανούλης κατάφερε ουσιαστικά να χτίσει μια ομάδα, όχι να παίζει για τον Γιάννη, αλλά με τον Γιάννη, εκτοξεύοντας έτσι το επίπεδο παιχνιδιού της.
Επιπλέον, είδαμε την χρησιμοποίηση του Παπαγιάννη, περισσότερο στο roll, δηλαδή να μένει έξω μετά το screen για να εκτελέσει τρίποντο, αφού οι αντίπαλοι ψηλοί αδυνατούσαν να τον ακολουθήσουν. Το ίδιο συνέβη και με τον Μήτογλου, από τη θέση ‘4’. Εδώ, αξίζει να σημειωθεί, ότι το σημαντικότερο είναι ότι οι παίκτες συνολικά δεν δίσταζαν να σουτάρουν. Με το passing game να βρίσκεται σε πολύ υψηλό επίπεδο, εξαιτίας και των εξαιρετικών αποστάσεων στην επίθεση, όπως αναφέρθηκε, η Εθνική βρήκε πολλά ελεύθερα σουτ, τα οποία κατάφερε πολλάκις να αξιοποιήσει.
Φυσικά, αυτό που πρέπει να επισημάνουμε, είναι ο τρόπος που χρησιμοποίησε ο Σπανούλης τους Καλάθη και Ουόκαπ στην ίδια πεντάδα, δύο παίκτες που δεν διακρίνονται για την εκτελεστική τους δεινότητα. Με τον Νικ σε ρόλο μαέστρου και τον Ουόκαπ να συμπληρώνει και να κάνει σπουδαία δουλειά και στις δύο πλευρές του παρκέ, αυτό που φάνταζε ως μειονέκτημα, ο Έλληνας τεχνικός το έκανε να λειτουργεί ως ατού της Εθνικής.
Στην πορεία και στα ημιτελικά του Προολυμπιακού, η Ελλάδα αντιμετώπισε την Σλοβενία του σπουδαίου Λούκα Ντόντσιτς. Ένα πολύ σημαντικό τεστ που επρόκειτο να δείξει την ετοιμότητα της ομάδας. Προφανώς, ο περιορισμός του Ντόντσιτς ήταν το πλέον σημαντικό, αφού μετά τον Λούκα το… χάος στην κατά τα άλλα αξιόμαχη Σλοβενία. Την σκυτάλη στην άμυνα πάνω του πήρε ο Παπανικολάου αρχικά και ο Ουόκαπ στη συνέχεια και παρόλο που ο Σλοβένος σταρ των Μάβερικς σκόραρε 21 πόντους και μοίρασε 5 ασίστ, το γεγονός ότι υπέπεσε σε 10 λάθη, αποδεικνύει περίτρανα την σεμιναριακού επιπέδου άμυνα απέναντί του. Στο ματς αυτό ξεχώρισε επίσης η απίστευτη εμφάνιση του Βασίλη Τολιόπουλου που σταμάτησε στους 17 πόντους με 4/4 τρίποντα. Ο παίκτης του Άρη, που ειρήσθω εν παρόδω, έχει αναφέρει ότι πρότυπό του είναι ο προπονητής της γαλανόλευκης, απέδειξε ότι είναι εκπληκτικός σουτέρ, βγάζοντας μάλιστα ασπροπρόσωπο τον Έλληνα τεχνικό. Καταλαβαίνει κανείς λοιπόν τη σημασία ένας παίκτης να “παίζει για τον προπονητή του” και το κίνητρο που αποκτά έτσι. Κατά αυτόν τον τρόπο, ο Βασίλης Τολιόπουλος έκανε το step up και έδειξε ότι μπορεί να αποτελέσει τον πιο αξιόπιστο σουτέρ που έψαχνε η Εθνική.
Στο σημείο λοιπόν που έφτασε η ομάδα, η πρόκριση δεν γινόταν να χαθεί! Η Κροατία έχει ποιότητα και βασιζόμενη στην τριπλέτα Χεζόνια, Σάριτς και Ζούμπατς, προσπάθησε να δημιουργήσει πονοκεφάλους στην Ελλάδα. Ωστόσο, ένα προπονητικό masterclass του Βασίλη Σπανούλη ήταν αυτό που έδειξε τον δρόμο στην ομάδα για την νίκη – πρόκριση στην Ολυμπιάδα. Με τον Καλάθη να κάνει ένα από τα πιο μεστά παιχνίδια της καριέρας του με την ομάδα (14 πόντοι, 11 ασίστ και μόλις 1 λάθος) και τον Παπαγιάννη να σουτάρει με το ασύλληπτο 5/8 τρίποντα, η Εθνική απέκτησε σαφές προβάδισμα. Αυτό που πιστώνεται απόλυτα στον προπονητή ήταν η – και πάλι – σωστή χρησιμοποίηση του Γιάννη, με διαφορετικό όμως τρόπο. Ο αντίπαλος τεχνικός, ο Σέζαρ, χρησιμοποίησε τον Ζούμπατς ως “σκιάχτρο” στην ρακέτα των Κροατών, στέλνοντας πολλές φορές και δεύτερο παίκτη στο μαρκάρισμα του Γιάννη. Προσπάθησε με αυτό το… τρικ να περιορίσει την δράση του Αντετοκούνμπο. Ο 42χρονος κόουτς της ομάδας μας όμως, είχε την λύση. Αρχικά, με τα πολλά pick ‘n’ rolls, στα οποία δεν ακολουθούσε ο Ζούμπατς, οι παίκτες της Εθνικής βρήκαν καλά σουτ μετά από τα screens, ενώ τροφοδοτήθηκε πολλές φορές ο Γιάννης στο high-post, με τον Greek Freak να αξιοποιεί τα σουτ μέσης απόστασης, στα οποία έχει βελτιωθεί αρκετά, αλλά και να διεισδύει πάνω στον αργό Κροάτη σέντερ, όταν δεν υπήρχε βοήθεια στην άμυνα. Γίνεται αντιληπτό λοιπόν ότι μιλάμε για ακόμα ένα στοιχείο, που έβγαλε η Εθνική στο παρκέ, το οποίο μαρτυρά την ικανότητα του Σπανούλη να προσαρμόζει την ομάδα, ανάλογα τον αντίπαλο και το εκάστοτε παιχνίδι.
Αυτό που εντυπωσίασε τους περισσότερους, πέραν του πόσο γρήγορα αυτή η ομάδα έγινε οικογένεια, είναι το γεγονός ότι είδαμε μία ομάδα που αγωνίστηκε περισσότερο σαν σύλλογος και όχι τόσο ως εθνική ομάδα. Ίσως, το ένα έφερε το άλλο, αλλά είναι πραγματικά κάτι αξιοθαύμαστο. Παρατηρήσαμε πολλούς αυτοματισμούς, πολλά ωραία plays σε άμυνα και επίθεση, μα το σημαντικότερο ήταν το εξής: Όλοι οι παίκτες αισθάνθηκαν και ήταν σημαντικοί. Η ομάδα αγωνίστηκε με ξεκάθαρους ρόλους. Στο ένα παιχνίδι έβγαινε λίγο πιο μπροστά ένας παίκτης, στο άλλο ματς ένας διαφορετικός. Αυτό ήταν και το μυστικό της επιτυχίας. Ότι δηλαδή είδαμε ένα σύνολο, που ήταν ΟΜΑΔΑ από την πρώτη κιόλας στιγμή.
Η επιστροφή στους Ολυμπιακούς Αγώνες και η επιθυμία για διάκριση
Η Εθνική, λοιπόν, θα επιστρέψει σε Ολυμπιακούς Αγώνες και θα έχει την ευκαιρία να παίξει με τους καλύτερους. Ήδη, ο όμιλος της ομάδας είναι αρκετά δύσκολος με Καναδά, Αυστραλία και Ισπανία, αλλά οι παίκτες δεν θα πάνε εκεί απλά για την… συμμετοχή. Θα πάνε να το ζήσουν, αλλά κανείς δεν παίζει για να χάσει. Το γεγονός ότι προκρίνονται οι δύο καλύτεροι τρίτοι σε σύνολο τριών ομίλων, δίνει περισσότερες πιθανότητες, ώστε η Εθνική να προκριθεί στην επόμενη φάση, αν δεν καταφέρει να καταλάβει μία εκ των δύο πρώτων θέσεων. Ο κόουτς Σπανούλης θα έχει την δυνατότητα να δουλέψει κι άλλο με τους παίκτες του, μέχρι την έναρξη των αγώνων, θα μπορέσει να προσθέσει πράγματα και η αίσθηση που έχω είναι ότι θα δούμε ακόμα καλύτερο αποτέλεσμα από το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα, που θα παίξει ακόμα καλύτερο μπάσκετ και θα διεκδικήσει ενδεχομένως και μία διάκριση.
Όμως, μέχρι τους Ολυμπιακούς υπάρχει ακόμα καιρός. Η ομάδα μας έχει ακόμα δρόμο να διανύσει και από την στιγμή που το τιμόνι της βρίσκεται σε σωστά χέρια, δεν έχει να φοβάται κάτι.
Η Ολυμπιάδα είναι μπροστά μας και η ανυπομονησία για τα παιχνίδια της Εθνικής είναι έντονη.
Τέλος, θα ακολουθήσουν και άλλες αναλύσεις στο Totalbasket, ενώ βρίσκεται στα σκαριά και μία έκπληξη. Ενημέρωση προσεχώς…
Υ.Γ. Το γεγονός ότι ο Γιάννης επιλέχθηκε ομόφωνα ως σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής, είναι κάτι που πέρα από απόλυτα δίκαιο, είναι εξίσου συγκινητικό. Το παιδί απ’ τα Σεπόλια που δεν ξέχασε ποτέ τις ρίζες του, που δηλώνει περήφανος που είναι Έλληνας, θα έχει την ευκαιρία να υψώσει ψηλά την γαλανόλευκη, αυτήν που τιμά όλα αυτά τα χρόνια. Μία πορεία, μία ζωή σαν παραμύθι, για ένα παιδί που δεν έπαψε να κυνηγά τα όνειρά του, πίστεψε σε αυτά και δικαιώθηκε. Γιάννη Αντετοκούνμπο, σε ευχαριστούμε!
Υ.Γ. (2) Πέραν του Γιάννη, η επιλογή της Αντιγόνης Ντρισμπιώτη ως σημαιοφόρος, κινείται στο ίδιο μήκος κύματος. Μία γυναίκα που αποτελεί πρότυπο, μία γυναίκα που δεν τα παράτησε ποτέ, έκανε σε μεγάλη – σχετικά – ηλικία το “ξεπέταγμά” της και πλέον αναγνωρίζεται ως μία εκ των κορυφαίων Ελληνίδων αθλητριών διαχρονικά. Και όχι άδικα. Της αξίζουν, ομοίως, πολλά συγχαρητήρια και “ευχαριστώ” που κάνει περήφανη την χώρα μας σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.